|
|
|
|
|
ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ
|
|
φιάλη, η
Είδος αγγείου, συνήθως από μέταλλο και σπανιότερα από πηλό. Ρηχό και πλατύ σαν πιάτο, χρησίμευε κυρίως για σπονδές.
|
χώρα, η
Η αγροτική περιοχή (χωριά και καλλιεργήσιμες εκτάσεις) που περιέβαλλε μια πόλη και ήταν άμεσα συνδεδεμένη με αυτή διοικητικά και οικονομικά.
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|